Ο Σταυρος


Η περιοχή του Σταυρού που τα σύνορα τση είναι Ανατολίκά, το όμορφο λιμάνι με το ρυάκι του Αβλέμονα (φ.67) και στη συνέχεια νότια με ιδιοκτησίες Χωραφακιανών. Δυτικά είναι τα σύνορα τση κοντά στο ραντάρ όπου υπάρχουνε και πάλι ιδιόκτητες περιουσίες κι εκειά. Επειδή πολλά έχουνε γίνει σ’ αυτήν την περιοχή κατά καιρούς και πολλές ανακρίβειες έχουνε ακουστεί που ούτε λίγο ούτε πολύ μου θυμίζουνε πολλές φορές τα λεγόμενα του λαού μας «Ελα παππού μου να σου δείξω τα πατρογονικά σου». Για κείνο και θεωρώ υποχρέωσή μου να γράψω την πραγματική και αληθινή ιστορία τουτουνά του καταταλαιπωρημένου τόπου.

67. Το γραφικό λιμάνι του Σταυρού με την πολύ προκλητική παραλία ντου, απού κοιμούνται ανέγνοιαστα τα καταγάλανα νερά ντου στην φιλόξενη αγκαλιά τση. Κι ούλης τση γύρου γύρου στεργιάς, απού το περικυκλώνουνε μαζί κι οι δύο στοργικά

Ετσά, μόνο και μόνο για χάρη τσ’ αλήθειας, μα και για την ανακούφιση των ψυχών όλων εκείνων που ετρέχανε να καταθέσουν στα δικαστήρια με καθαρή καρδιά και συνείδηση για την απόδοση του δίκιου σε δικαστικούς αγώνες. Την ονομασία “Σταυρός” την πήρε η περιοχή ούλη από το Εκκλησάκι του Τιμίου Σταυρού που ήτανε και το μοναδικό κτίσμα τση περιοχής μέχρι το 1935. Την περιοχή ούλη του Σταυρού το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο Χωραφακιανών την ενοίκιαζε για χειμαδιό με πλειοδοτικούς διαγωνισμούς και για τη καλλιέργεια δημητριακών σε κάποια λακκούδια τση.

72. Το Εκκλησάκι του Τιμίου Σταυρού όπως είναι σήμερο.

Αυτοί που ασχολούντανε με τα καμίνια ενοικιάζανε το λάκκο του καμινιού στον αβλέμονα και πληρώνανε στην Ενορία Χωραφακιών, τα απαιτούμενα χρήματα. Το ίδιο εκάνανε κι όσοι εκόβανε το κλαδί τση περιοχής του Σταυρού για καμίνια, επληρώνανε στην ενορία μας το λεγόμενο τοπιάτικο. Επίσης, η γι’ Ενορία Χωραφακίων είχε πάντοτε την αδιατάραχτη νομή και κατοχή και πιο συγκεκριμένα για τουτηνά τη περιοχή, η γι’ οποία περιήλθε στην ιδιοκτησία της Ενορίας Χωραφακίων, ύστερα από αφιέρωση (Βακούφι) από κάποιο Κουνουπιδιανό Παπαδάκη, το έτος 1878, κατά τα λεγόμενα του Γεωργίου Εμ. Καλλιγέρη, όπως είχε κι εκείνος ακουστά από τον πατέρα του Εμμανουήλ Ν. Καλλιγέρη γή Γιαννακομανώλη (φ.114), ο οποίος είχε υπηρετήσει την εκκλησιά μας σα εκκλησιαστικός επίτροπος κι ιεροψάλτης κι είχε γίνει Δήμαρχος Ακρωτηρίου και για τον οποίο θα πούμε περισσότερα σε ιδιαίτερο κεφάλαιο. Από τότε και μετά, την περιοχή αυτή την διαχειριζότανε το εκάστοτε εκκλησιαστικό συμβούλιο τσ’ Ενορίας μας όπως είπαμε και παραπάνω, χωρίς ποτέ να ενοχληθεί από κανένα.

114. Από δεξιά ο Εμμανουήλ Ν. Καλλιγέρης γη Γιαννακομανώλης. Στ’ αριστερά ντου ο γιος του Γεώργιος Εμμαν. Καλλιγέρης, γυαλοπώλης.

Το έτος 1935 γή 1936, ο Ιερομόναχος Κονταράκης Ιερόθεος, αδελφός τσ’ Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος εζήτηξε άδεια προφορική από το εκκλησιαστικό συμβούλιο τσ’ Ενορίας Χωραφακιων για να χτίσει ένα σπιτάκι όπως είπε στην ιδιοκτησία τσ’ ενορίας Χωραφακιων στην περιοχή Σταυρού για να παραθερίζει τα καλοκαίρια. Στη παρατήρηση των επιτρόπων που τότεσας ήτανε ο Μιχαήλ Εμμαν. Τσιτωνάκης (φ.216 TODO) κι ο Ιωάννης Αντωνίου Ανδρεαδάκης (φ.320 TODO) να υπογράψει μια σχετική δήλωση για να υπάρχει. Ο Ιερομόναχος Ιερόθεος απάντησε: “Καλόγερος είμαι, κληρονόμους δεν έχω, τι τα θέλετε τα χαρθιά; Μετά τον θάνατό μου θα περιέλθει στη κυριότητα τσ’ ενορίας σας”. Ο ίδιος Ιερομόναχος τουτοσάς ανακαίνισε το εκκλησάκι του Σταυρού και το λειτουργούσε κιόλας για χρόνια πολλά σαν Ιερέας.

Εκ των υστέρων βέβαια, οι ανησυχίες των Επιτρόπων επιβεβαιωθήκανε. Γιατί και Κληρονόμοι του Ιερομονάχου Ιεροθέου ευρεθήκανε και τα δικαιώματα του Ναού μας καταπατήθηκανε. Όμως, εδά μπλιό είναι αργά, για οτιδήποτε. Η καλή νοικοκερά πριν πεινάσει μαγειρεύει, λέει ο λαός.

Εκτός όμως από τσοι πολλές ομορφιές που απολάμβανε τσοι καλοκαιρινούς μήνες, ο Ιερομόναχος Ιερόθεος εδιαφήμιζε ακόμη και την περιοχή του Σταυρού κι ισχυριζούντανε πως με το νερό του πηγαδιού απού υπάρχει εκειά είχε θεραπεύσει το έλκος στομάχου απού είχε.

Τα καλά λόγια αυτά, η γι’ ησυχία του τόπου κι γι’ ομορφιά ντου είχανε σαν αποτέλεσμα να ξεσηκωθεί κι ο Δεσπότης Αγαθάγγελος Ξηρουχάκης και να χτίσει κι η γι’ επισκοπή Κυδωνίας και Αποκορώνου ένα σπίτι και παρακίνησε και τα Μοναστήρια. Εχτίσανε λοιπόν κι εκείνα από ένα σπίτι το καθένα για να κάνουνε τα μπάνια ντωνε κι οι καλόγεροι. Με αποτέλεσμα το έτος 1936 να υπάρχουνε εκτός την εκκλησία και τέσσερα σπίθια ακόμη. Τουτανά τα τέσσερα σπίθια κι η γι’ εκκλησία του Σταυρού ήτανε τα χτίσματα απού υπήρχανε στη περιοχή του Σταυρού όντεν εξέσπασε η θύελλα του πολέμου. Σ’ ένα από τουτανά τα σπίθια εγκαταστήσανε οι γι’ Ιγγλέζοι φυλάκιο και στο ίδιο εγκατασταθήκανε κι οι Γερμανοί καταχτητές σαν εζυγώξανε με μάχες τσ’ Ιγγλέζους αποκειά.

Ύστερα από το τέλος του πολέμου και σαν εφύγανε οι Γερμανοί, τα σπίθια τουτανέ ελεηλατηθήκανε από κάποιους κατά τον πιο βάρβαρο τρόπο. Εβγάλανε τα κεραμίδια και τσοι σκεπές και τα πήρανε, όπως επίσης και τα πορτοπαράθυρα κι είχανε απομείνει μόνο τα ντουβάρια. Ετσά τα βρήκε ο άστεγος από τα Καθιανά Στέλιος Λειβαδιτάκης που σ’ ένα από αυτά εστέγασε την οικογένειά ντου. Κι από σιγά σιγά με τσοι τάβλες και τα ξύλα π’ αναμάζωνε από τα γυρογιάλια, έβγαλε όξω από το σπίτι τσ’ αέρηδες και τη βροχή.

90. Ο Λειβαδιτάκης Στέλιος με τη σύζυγό ντου Γεωργία. Είναι ο πρώτος απού εγκαταστάθηκε στο Σταυρό με την οικογένειά ντωνε μεταπολεμικά σ’ ένα από τα λεηλατημένα σπίθια απού είχανε χτιστεί από τα μοναστήρια. Η φωτογραφία είναι από το αρχείο Γεωργίου Στ. Λειβαδιτάκη και των οποίο ευχαριστώ.

Τουτουσάς τσοι καιρούς οι βοσκοί εξεχειμωνιάζανε. Τα κουράδια ντωνε στ’ ακρωτηριανούς τόπους απού δεν εχιονιζούντανε, γιατί εφοβούντανε μην τα πλακώση το χιόνι στα όρη και τα καταβάζανε εγκαίρως στα κατωμέρια. Οι γι’ ίδιοι οι βοσκοί εκονεύανε σε σπιτάκια απού ‘τανε στα χειμαδιά ντωνε γή στα σπηλιαράκια του βουνού. Ύστερα από καιρό και σαν εβολεύτηκε ο Στέλιος καλύτερα, αρχίνιξε κι έκανε καφέδες για τσ’ επισκέφτες του επήρε και κιαμιά τράπουλα χαρτιά και παίζανε το σκαμπίλι γή την “πρέφα”. Κι έτσα επέρνα η γι ́’ ώρα των επισκεπτών ντου στο καφενεδάκι του.

Δε του ξελείπανε τα προϊόντα απού φυτρώνουνε σε τουτηνά τη περιοχή, κάθε εποχή όπως οι βροβγοί κι οι σκασογίτες (μανίτες) και τα διάφορα γιαλουδερικά απού τα μαζώνανε τσοι μπονάτσες και τσοι φυρονεριές από το γυρογιάλι, αλλά και διάφορα ψαράκια απού τωνε δούνανε οι ψαράδες, από τη στεργιά γή οι βαρκάρηδες. Κι ετσα επερνούσανε όμορφα και καλά οι γι’ απλοϊκοί άθρωποι απού επερνοδιαβαίνανε τσοι καιρούς κεινουσάς τσ’ άγνωστους τοτεσάς για τσοι πολλούς τόπους του Σταυρού.

Μα σαν αλλάξανε οι καιροί κι ησυχάσανε οι πολεμικές ταραχές κι οι γι’ αναμπουμπούλες του τρισκατάρατου Εμφυλίου και οι κοινωνίες των αθρώπων επήρανε τα πάνω ντωνε κι εβελτιωνούντανε από μέρα σε μερα, η ζωή ντωνε κι εκαλυτερεύανε κιόλας και τα οικονομικά ντωνε.

Τότε λοιπόν, γι’ αθρώποι αρχινίξανε κι αναζητούσανε τη ψυχική ντωνε ηρεμία στην εξοχή γι’ αυτό κι οδοιπορούσανε συχνά όθε τσοι τόπους τουτουσάς κι εκειά τσ’ αφιερώνανε τσ’ ελεύθερες τωνε ώρες οι Χανιώτες και σε τουτουσάς τσοι τόπους εδιασκεδάζανε με τσοι κιθάρες οι φυσιολάτρες κείνησάς τσ’ εποχής. Γι’ αυτό και από καιρό σε καιρό οι συντροφιές απού επροτιμούσανε τουτηνά τη χαρισματική περιοχή του Σταυρού αυξανούντανε. Κι ας ήτανε δύσκολη η διακίνησις…

Τοτεσάς λοιπόν δεν υπήρχανε συγκοινωνίες και τα Ι.Χ. εσπανίζανε γι’ αυτό κι όσοι ορεγούντανε την εξοχή εξεκινούσανε από τη χώρα με τα πόδια τωνε και με ένα σακούλι στη πλάτη με τ’ απαραίτητα εφόδια για την παραμονή ντου καθένας, στην εξοχή γιατί δεν υπήρχανε κέντρα υποδοχής για τσι περαστικούς. Ετσά επηγαίνανε στσοι τόπους τσ’ αρεσκείας του καθένας. Κι άλλοι απούχανε καϊκια γή βάρκες, επχιάνανε στσοι μπονάτσες με τα πλεούμενα ντωνε σε τουτουσάς τσοι τόπους κεινονα το καιρό που πρέπει να ‘τανε το έτος 1957 επήγε στο εκκλησιαστικό συμβούλιο Χωραφακίων ο μπεσαλής άντρας και φίλος του χωριού Γεώργιος Σιγανάκης, δάσκαλος και εζήτηξε να του επιτρέψουνε να χτίσει ένα δωμάτιο σ’ ένα αγροτεμάχιο τση περιοχής για να μπορεί να παραθερίζει τσι καλοκαιρινούς μήνες με την οικογένειά ντου. Κι όταν η εκκλησία θα μπορούσε νόμιμα να πουλεί, θα πλήρωνε κι εκείνος το ποσό απού θα ανολογούσε στην αξία του αγροτεμαχίου απού είχε χτίσει. Ήτανε η γι’ εποχή ακόμη απού οι γι’ αθρώποι εστηρίζανε την αναμεταξύ τωνε αξιοπιστία στο “λόγο τιμής”.

Παράλληλα ο Σιγανάκης έδωκε στην εκκλησία μας σαν φιλοδώρημα δύο λίρες Αγγλίας, με μια σχετική επιστολή ντου απού ‘χανε για τσ’ ιδιαίτερες ανάγκες προκύψει από τον ξαφνικό τυφώνα απού είχε περάσει από το χωριό μας τοτεσάς κι άφησε πολλές ζημιές σε σπίθια και στην εκκλησία μας που γι’ αυτό θα αναφερθούμε σε ιδιαίτερο κεφάλαιο. Κι άλλες δύο λίρες για το Κων/νο Πόρταλη υπάλληλο τση Τράπεζας Ελλάδος τον οποίο και εκπροσωπούσε.

Ετσα εξεκινησανε να χτίζονται σπίθια στο Σταυρό από κάποιους Χανιώτες και μαζί μ’ αυτούς κι ο χωριανός μας Πέτρος Ανδρεαδάκης. Ξαφνικά και χωρίς να προηγηθεί κάποια άλλη συζήτηση η Ιερά Μητρόπολης Κυδωνίας και Αποκορώνου τσοί ‘στειλε ούλους τουτουσάς στο δικαστήριο σα παράνομους καταπατητές. Στο δικαστήριο μας εκαλέσανε για να καταθέσομε σαν μάρτυρες, κι είπαμε φυσικά πως το αγροτεμάχιο απού είχε διάλεξει καθένας από τσ’ εναγομένους κι είχε χτίσει, ήτανε με την άδεια του εκκλησιαστικού συμβουλίου τσ’ ενορίας μας μέχρι να βρεθεί διέξοδος για να ξεπεραστούνε τα νομικά εμπόδια και να μπορέσουνε νόμιμα να πουληθούνε τουτανά τα αγροτεμάχια στσ’ ενδιαφερόμενους. Οπότε το δικαστήριο τσ’ αθώωσε ούλους.

Είχε έρθει όμως για την ενορία μας η γι’ ώρα να πληρώσει την ανοχή τση στον Ιερομόναχο Ιεροθεο Κονταράκη απού του επίτρεψε και έχτισε το 1935. Όπως επίσης και του Επισκόπου Αγαθαγγέλου Ξηρουχάκη και στσ’ εκπροσώπους των μοναστηριώ Γουβερνέτο και Αγιας Τριάδας να χτίσουνε τα σπίθια απού έχομε αναφέρει σε προηγούμενες σελίδες. Υστερα από δικαστήρια απού εγινήκανεκιήτανεδικηγόρος τσ’ενορίαςμαςοΓεωργιλάς Αρτεμης τα στοιχεία απού εκατατεθήκανε στο δικαστήριο βιβλία και καταθέσεις αξιόπιστω μαρτύρω απού ο λόγος τωνε ήτανε πλια ισχυρός από το οποιοδήποτε καλοτεκμηριωμένο συμβόλαιο. Όπως την κάθετη και λιτή απάντηση σε ανάκριση του Κων/νου Νικ. Τσιτσιδάκη (φ.324 TODO). “Το 1909 έκαμα το καμίνι του αβλέμονα πλήρωσα τα ανάλογα χρήματα στην εκκλησία μας και μετά έφυγα μετανάστης στην Αμερική”. Επίσης στην ίδια φωτογραφία, ο βοσκός Γεώργιος Παντζελιουδάκη απού ενοίκιαζε ούλη τη περιοχή του Σταυρού σχεδόν πάντοτε από την Ενορία Χωραφακίων για χειμαδιό, και διάφορους άλλους απού καταθέσανε τση δικές τωνε μαρτυρίες καθένας. Αυτά τα δικαστήρια δεν τ’ ακούσανε. Δεν ξέρω βέβαια κατά πόσο συνετέλεσε και η γι’ άποψη ότι “το μεγάλο ψάρι τρώει το μικιό”. Η αλήθεια πάντως είναι πως το διεκδικούμενο προς ανατολάς κομμάτι τσ’ εδαφικής έκτασης από το οριοθετουσανε με τη νοητή γραμμή και τα χαρακτηριστικά σημάδια του Λειβαδίτη το σπίτι του Ιεροθεου και κατάληγε στο Τηγάνι. Το κέρδισε το Μοναστήρι τσ’ Αγιας Τριάδας.

Το δυτικό κομάτι απού έφτανε σχεδόν μέχρι το ραντάρ έμεινε στην ιδιοκτησία τσ’ Ενορίας Χωραφακίων.

Δυστυχώς όμως, κακοί χειρισμοί από την ενοριακή επιτροπή εφέρανε σε αντιπαλότητα όσους είχανε σπίθια στο Σταυρό με την ιδιοκτήτρια Ενορία. Με αποτέλεσμα οι ήδη κτήτορες σπιθιών στο Σταυρό κεινηνά την εποχή, δεν γνωρίζω βέβαια εαν εκινούντανε και από κάποια άλλα κίνητρα ιδιοτέλειας και συμφέροντος, τσ’ οδηγήσανε σ’ αυτή την απόφαση κι εκαταγγείλανε στο Δημόσιο πως η γι’ επίδικη αγροτική περιοχή ανήκει στ’ ανταλλαξίμα. Καταγγελία ψευδέστατη και ανυπόστατη απού δεν εμπόριε να αντέξει και να στηριχτεί από ποθές. Όμως γίνεται η γι αιτία να προκύψουνε κάποιες περίεργες και ανεξήγητες αλλαγές στη νοοτροπία των διεκδικητών.

Το Μοναστήρι τσ’ Αγίας Τριάδας αθετή τσ’ ισχυρισμούς του απού με όρκους επιβεβαίωνε στα δικαστήρια και χωρίς ντροπή ισχυρίζεται ότι τα σύνορα του Μοναστηριού φτάνουνε ως του Μπαλωμένου το πηγάδι. Η δε ενορία Χωραφακιών παραιτείται απού την παραπέρα διεκδίκηση τση περιοχής απού αποδεδειγμένα από μαρτυρίες αξιόπιστων μαρτύρων, όπως είπα και παραπάνω, είχε τη νόμη και την κατοχή για εκατό περίπου χρόνια και την διαχειριζούντανε ανενόχλητη,εισπράτοντας τα πενιχρά έσοδα με τα οποία εσυντηρούντανε η φτωχή εκκλησία τσ’ ενορίας μας. Εκτός όμως από τσοι παραπάνω αλλαγές στη νοοτροπία και τα “πιστεύω” ντωνε, δεν μπορώ να μην αναφερθώ και να εκφράσω το έντονο μου παράπονο σαν Χωραφακιανός και σα μέλος του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου Χωραφακίων, ένα καιρό κεινηνά την εποχή, σε αθρώπους απού η κοινωνία των Χανίων τσι ‘χε κατατάξει στα ευυπόληπτα πρόσωπα τση, απού αλλάξανε τη νοοτροπία ντωνε κι αθετήσανε τσοι διαβεβαιώσεις και τσοι λόγους τιμής τωνε κι εκείνοι με συνέπεια να υποβαθμίσουνε το φιλότιμο και την ανθρωπιά ντωνε με κίνητρο το συμφέρον. Ύστερα από τα παραπάνω κι αυτή η εδαφική περιοχή περιήλθε στην ιδιοκτησία του Μοναστηριού τσ’ Αγίας Τριάδας.

Εν τω μεταξύ όμως είχε ξεκινήσει και το κύμα των καταπατητών που πλια πως καθένας από τσι καταπατατητές είχε και τον άθρωπο ντου… Η γι’ αστυνομία πλια πως εκάλυπτε τα νότα τση με τσοι μηνύσεις απού έκανε με το πολύ συγκινητικό περιεχόμενο “πως έκτισε αυθαίρετο σε περιοχή απού προστατεύεται ιδιαίτερα λόγω του ιστορικού και αρχαιολογικού ενδιαφέροντος απού έχει και λόγω ιδιαίτερου φυσικού κάλλους”. Υστερα από αυτές τσι μηνύσεις υποτίθεται ότι θα αρχινούσανε οι συνέπειες. Η συνέχεια όμως απόδειξε το αντίθετο γιατί οι καταπατητές είχανε φως νερό και τηλέφωνο πιο γρήγορα από τσι νόμιμους κατοίκους τση περιοχής.

Μετά από αυτή την εξέλιξη κι ύστερα απ’ ούλα τα παραπάνω το τελικό συμπέρασμα απού βγαίνει κατά την ταπεινή μου γνώμη είναι πως, 1) η Ενορία Χωραφακιων έχασε την ευκαιρία που από τα οικονομικά οφέλη απού θα κέρδισε θαν έκτιζε ένα ναό απού θα χωρούσε ούλους τσ’ ενορίτες τση 2) εστερήθηκε ο Νομός Χανίων μια αξιόλογη και χαρισματική περιοχή απού προσφερότανε για τουριστικη ανάπτυξη με πολύ καλές προοπτικές και 3) οι καταπατητές με τσι παράνομες ενέργειες τωνε εκερδίσανε τύψεις για ούλη ντωνε τη ζωή και την ενοχή του καταπατητού σε βάρος ιδιοκτησίας του Ενοριακού Ιερού Ναού της Κοίμησης τση Θεοτόκου Χωραφακίων και τσοι τύψεις τση συνειδήσεως τωνε αφού γνωρίζουνε πως “το άδικο ουκ ευλογείται” και ο λαός λέει “μ’ ούλα τ’ αγκάθια μάλωνε από τσ’ Αγίου λήψε”.