Το Σπηλαιο Λερα Ακρωτηριου


Εις την Β.Δ. άκρη του Ακρωτηρίου Χανίων και εις την πλευρά όπου η μεγάλη λοφοσειρά του Ακρωτηρίου καταλήγει, πάνω από το γραφικό κόλπο του Σταυρού είναι το σπήλαιο του Λερά το οποίον έχει πολύπλευρον ενδιαφέρον, ήτοι αρχαιολογικό ιστορικό, γεωλογικό και τουριστικό. Είναι του τύπου των πολυχώρων υδατογενών σπηλαίων με σταγονοροές και άφθονους λιθωματικούς στύλους.

69. Ο Σπήλιος του Λερά από κοντά

Η είσοδός του, ευρισκόμενη εις το βάθος σπηλαιώδους υποστέγου, είναι στενή κυκλική και βλέπει προς δυσμάς και βρίθει κόπρου εκ των διαχειμαζόντων εκεί αιγοπροβάτων.

Όταν προχωρήσομεν ολίγον, το σπήλαιο είναι καθαρό και διανοίγεται εις αίθουσα 28x20x10 μέτρων με ανώμαλο δάπεδο και μικρές διακλαδώσεις αλλά με τεράστιους και, θαυμαστών συνδυασμών, στύλους εκ λιθωματικής ύλης.

Προχωρούντες αριστερά διερχόμεθα δια μέσου ωραίων στύλων ή ανεβαίνουμε ολίγα λαξευτά σκαλοπάτια και εισερχόμεθα εις την δευτέραν αίθουσα διαστάσεων 15x20x9 μέτρων περίπου, όπου υπάρχουν άφθονοι θαυμάσιοι σταλακτίτες και όμορφες επιστρώσεις και μικρός λάκκος με διαυγές ύδωρ ο οποίος δεν αποκλείεται να είναι σκέλος μικρού σιφονιού. Απ’ εδώ υπάρχουν δύο μικροί διάδρομοι που οδηγούν εις τον τελευταίο θάλαμο, ο οποίος μοιάζει με κυκλικό δωμάτιο και είναι διαστάσεων 6x5x6 μέτρων περίπου. Εις αυτόν ευρίσκονται ωραίοι, περιέργων σχημάτων, σταλακτίται και σταλαγμίται, λιθωματικοί δίσκοι και φωσφορίζοντες μορφές.

Ο θάλαμος αυτός έχει και δεύτερο όροφο με δύο μικρές αίθουσες. Την σχετικώς νεωτέρα ονομασία του έλαβε από τον, εξ Ακρωτηρίου, οπλαρχηγό Στέφανο Λερά, ο οποίος με την ανδρεία του διέσωσε μεγάλο αριθμό άοπλων Ελλήνων κατά την μεγάλη επίθεση των Τουρκικών στρατευμάτων, το 1821 εναντίον του Ακρωτηρίου, ότε εχρησιμοποιήθη το σπήλαιο τούτο ως κρησφύγετο του Λερά. Ούτος, εν συνέχεια, έλαβε μέρος εις πολλάς μάχας… Το Σεπτέμβριον δε του 1833 απηγχονίσθη υπό των Τούρκων, μετ’ άλλων πεντήκοντα πατριωτών εις ελαιώνα έξωθεν του Αγίου Ελευθερίου Μουρνιών, διότι συνήγειρε διαμαρτυρία κατά των αυθαιρεσιών του τότε Γεν. Διοικητού Κρήτης, Μουσταφά Πασσά.

Ως μαρτυρούν τα, εις αυτό, ευρεθέντα όστρακα αγγείων, ήρχισε χρησιμοποιούμενο ως λατρευτικό κατά το τέλος της υστερομινωικής εποχής (1200 π.Χ.) δια να ακμάσει κατά την κλασική εποχή (500-400 π.Χ.) και ιδίως την ελληνιστική (300-200 π.Χ.). Το ότι ήτο χώρος λατρείας απεκαλύφθη το πρώτο, το 1959 υπό μέλους της Σπηλαιολογικής Ομάδος Χανίων διά της ανεύρεσεως εις αυτό, πλήθους τεμαχίων ειδωλίων (αφιερωμάτων) εξ οπτής γης και πλήθους οστράκων ιδίως μελανομόρφων αττικών αγγείων, τα οποία, παρά την παραμονή των εις το λίαν υγρόν εδαφος για 2.500 έτη, διατηρούν μίαν θαυμαστή στιλπνότητα. Τούτο ετέθη υπό του ανωτέρω υπ’ όψιν, εις τον Γάλλον σπηλαιολόγον κ. Πωλ Φωρ, λόγω της μη υπάρξεως τότε αρμοδίας υπηρεσίας ενταύθα και ο οποίος το επεσκέφθη αμέσως.

Ως συνάγεται από τα ευρήματα, το σπήλαιο τούτο ήτο αφιερωμένο εις θεά ή νύμφη και το πιθανότερο εις την νύμφη Ακακαλλίδα, θυγατέρα του Μίνωος και μητέρα του Κύδωνος εις την οποίαν, ενεσαρκώνοντο αι δυνάμεις της φύσεως, της θαλάσσης και ήτο και η θεά των Ναρκίσσων (εις την περιοχήν τούτην φύονται άφθονοι αγριονάρκισσοι).

Από το πλήθος των αντικειμένων που ευρέθησαν εις αυτό και που υπάρχουν ακόμα, συνάγεται ότι εις το σπήλαιο τούτο ήρχοντο οι Κυδωνιάται δια να λατρεύσουν την θεά ή νύμφη και να αποθέσουν τα αφιερώματα των εις τα βάσεις των σταλαγμιτών του Ιερού σπηλαίου.

Έμπροσθεν του σπηλαίου και εις δεξιάν πλευρά του, ευρίσκονται τρεις λαξευτές τετράγωνες κορνίζες (θήκες) παρόμοιες των οποίων υπάρχουν και εις άλλα λατρευτικά σπήλαια και εις τας οποίας θα ήσαν τοποθετημέναι πλάκες εξ αργίλου με ιεράς παραστάσεις ή επιγραφές, εν είδει εικονοστασιών και εις εκάστην δε υπάρχει οπή στηρίξεως. Δεν αποκλείεται ακόμη να υπήρχε σχέσις της λατρείας αυτής με την γυναικόμορφον όψιν του άνωθεν υψώματος.

Τα ευρήματα έχουσι παραδοθεί εις το Μουσείο Χανίων και η Σπηλαιολογική ομάς θα φροντίσει δια την περαιτέρω εξερεύνηση του σπηλαίου ως προς την αρχαιολογική έρευνα δε και αξιοποίηση του, τώρα πλέον έχει τον λόγο η αρμόδια υπηρεσία. Καλόν όμως θα είναι να καθαριστεί από την κόπρον των ζώων τα οποία δεν πρέπει να εισάγονται πλέον εις αυτό.

Ταύτα εγράφησαν διά χειρός του αξιοτίμου κ. Πλυμάκη Αντώνιου, εν ετει 1961 στο περιοδικό “Κρητική Εστία”. Εδώ όμως θα ήθελα, να σημειώσω σύμφωνα φυσικά με τα όσα έχω ακούσει κι εγώ κατά καιρούς μιας και είμαι μόνιμος κάτοικος Χωραφακίων, πριν προλάβει η αρμόδια υπηρεσία να καθαρίσει το σπήλαιο από την κόπρο των ζώων κατάφερε ο Αντονι Κουιν να καθαρίσει το εσωτερικό του Σπήλιου του Λερά από ιστορικά και αρχαιολογικά ευρήματα, όπως αναφέρει και ο κ. Πλυμάκης σε νεώτερο σχετικό σημείωμά του στα Χανιώτικα Νέα, Τρίτη 26/1/1999. Παράλληλα αναφέρει κιόλας, ότι το σπήλαιο του Λερά είναι ένα από τα σπουδαιότερα λατρευτικά σπήλαια της Δυτικής Κρήτης. Πάντως, η γυναικόμορφη όψη άνωθεν του Σπήλιου του Λερά (φωτ. 70) όπου κεφαλή της γυναίκας είναι οι βάρδιες και οι κορυφές απού ακολουθούνε στη συνέχεια, δίνουν την εντύπωση ότι είναι τα στήθη της.

70. Η γυναικόμορφη εικόνα όπως φαίνεται να διαγράφεται στη κορυφογραμμή στη περιοχή Βάρδια πάνω από το Σπήλαιο του Λερά.

Γι’ αυτό κιόλας σύμφωνα με τις απόψεις αρμοδίων, το σπήλαιο του Λερά θα πρέπει να ήτανε αφιερωμένο σε κάποια γυναίκα νύμφη. Το μυστικό όμως αυτό το κρατά το ομοίωμα της κοιμομένης γυναίκας στην κορυφή στσοι βάρδιες, για το ποια είναι δηλαδή, για δικό τση μυστικό. Και δε νομίζω ότι είναι εύκολο πλέον να τση το κλέψουνε οι ασχολούμενοι με αυτού του είδους τις έρευνες.

Μετά και τις παράνομες ανασκαφές που έχουνε γίνει στο Σπήλαιο του Λερά όπως γροικάτε, τα πράγματα ασφαλώς θα δυσκολεύουνε περισσότερο, όπως εγώ πιστεύω. Μα εγώ, ως πλέον αναρμόδιος, ας αφήσω την πέτρινη γυναίκα, όποια και αν είναι αυτή να κοιμάται τον αιώνιο ύπνο της εκειά που η φύση την εζωγράφισε να προβάλλει προκλητικά τα στητά της στήθια σ’ όσους αγαπούνε και καμαρώνουνε το ωραίο. Κι εμείς ας συνεχίσομε την περιήγησή μας για τσ’ υπόλοιπες τοποθεσίες απού ακολουθούνε.